Μήπως αγχώνεστε όταν δικτυώνεστε;

 

Οι ειδικοί διαπίστωσαν ότι οι ιστοσελίδες κοινωνικής δικτύωσης προκαλούν σε πολλούς ανθρώπους άγχος και εκνευρισμό.

Νιώθετε να βλέπετε τη ζωή σας σαν παρατηρητής, αισθάνεστε ότι βρίσκεστε μακριά από τις εξελίξεις που συμβαίνουν γύρω σας;

Πριν από μερικές ημέρες, ενώ έβρεχε πολύ, κάθισα στον καναπέ, και ετοιμάστηκα να απολαύσω μία ταινία στην τηλεόραση. Το μόνο που τάραζε την ηρεμία μου ήταν οι διαρκείς «ειδοποιήσεις» που λάμβανα στο iphone από τις διάφορες ιστοσελίδες κοινωνικής δικτύωσης, όπως το Facebook. Βέβαια, αυτά τα μηνύματα είναι χρήσιμα αφού μου επιτρέπουν να γνωρίζω ανά πάσα στιγμή τι ακριβώς κάνουν οι «φίλοι μου».

Τρεις φίλοι, έμαθα, ότι βρίσκονταν σε ένα θέατρο κοντά στο σπίτι μου. Τι συνέβαινε εκεί άραγε; Στη συνέχεια είδα φωτογραφίες γνωστών που έτρωγαν το παγωτό τους σε ένα ακριβό εστιατόριο.

Ξαφνικά, οι απλές μου απολαύσεις, η ταινία, ο καναπές και το ποπ κορν μου φάνηκαν ασήμαντες αν όχι θλιβερές μπροστά στο τι θα μπορούσα να κάνω την ίδια στιγμή.

Αμέτρητες δυνατότητες

Οι αμέτρητες δυνατότητες μου προκάλεσαν άγχος. Μήπως θα ήταν καλύτερα να βγω κι εγώ έξω αντί να βγάλω ρίζες, καθισμένη ώρες στον καναπέ; Πραγματικά δεν γνώριζα τι έπρεπε να κάνω.

Το «πρόβλημά μου» είναι χαρακτηριστικό της ψηφιακής εποχής στην οποία ζούμε. Οι γνώστες το αποκαλούν FOMO από τα αρχικά της λέξης fear of Missing Out, ο φόβος δηλαδή της μη συμμετοχής σε κάποιο από όλα όσα γίνονται.

Με τη λέξη αυτή οι ειδικοί αναφέρονται στο άγχος και τον εκνευρισμό που πυροδοτείται συνήθως όταν επισκεπτόμαστε τις ιστοσελίδες κοινωνικής δικτύωσης όπως το Facebook, τo Twitter, το Fours quare και το Instagram. Εκατομμύρια μηνύματα στο Twitter, φωτογραφίες αλλά και λέξεις μας αποκαλύπτουν την καθημερινότητα και τις δραστηριότητες φίλων, συνεργατών, παλαιών συμμαθητών.

Σίγουρα το γεγονός ότι μπορούμε να μάθουμε πως πέρασαν την ημέρα τους οι φίλοι και οι γνωστοί μας κάθε στιγμή, ακόμα και όταν μας χωρίζουν χιλιάδες χιλιόμετρα, είναι καταπληκτικό, καθώς μας κάνει να νιώθουμε ότι διατηρούμε επαφή με πρόσωπα που βρίσκονται μακριά αλλά και γενικότερα με τα τεκταινόμενα. Τα σχόλια και οι φωτογραφίες από βόλτες, συναυλίες, γεύματα σε καλά εστιατόρια των φίλων μου στη Νέα Υόρκη είναι στην πραγματικότητα ένας πρόχειρος ή μάλλον ανεπίσημος κατάλογος όλων όσων θα πρέπει να κάνει ο επισκέπτης του Μεγάλου Μήλου.

Αυτή, όμως, η νέα πραγματικότητα έχει και μία σκοτεινή πλευρά.

Καθώς κοιτάζουμε τις φωτογραφίες και ενημερωνόμαστε για το τι κάνουν οι φίλοι μας, στην ψυχή και τη σκέψη μας γιγαντώνεται ο φόβος: ότι κάτι χάνουμε, ότι τελικά βρισκόμαστε έξω από τα πράγματα εξηγεί ο Νταν Αριελί, συγγραφέας του «Predicably Irrational» και καθηγητής ψυχολογίας και οικονομικών της συμπεριφοράς στο πανεπιστήμιο Ντιουκ. Αγωνιούμε, μήπως έχουμε κάνει λανθασμένη επιλογή σχετικά με το πώς να περάσουμε την ώρα μας.

Τα διάφορα μέσα κοινωνικής δικτύωσης έχουν μία αμεσότητα πολύ διαφορετική από, ας πούμε, μία συζήτηση που θα κάναμε με κάποιον συνάδελφο ή συμφοιτητή σχετικά με το πώς περάσαμε το Σαββατοκύριακο. Οταν βλέπουμε ιδίοις όμμασι τους φίλους μας να κάθονται και να πίνουν κρασί χωρίς εμάς, αμέσως φανταζόμαστε πόσο διαφορετικά θα μπορούσαν να είναι τα πράγματα, εξηγεί ο καθηγητής Αριελί.

Ο φόβος μπας και χάσουμε κάτι, δεν αφορά μόνον όσους αγαπούν τη νυχτερινή ζωή, γι’ αυτούς που είναι υπερκοινωνικοί και δεν χάνουν ευκαιρία να ξεπορτίσουν…

Κάποιοι νιώθουν την ικανοποίηση που αντλούν από τη ζωή τους να καταβαραθρώνεται από τη στιγμή που μπαίνουν στο Facebook. «Τώρα κάθομαι και σκέφτομαι “είμαι 28 ετών, μένω σε ένα διαμέρισμα με τρεις φίλες μου και βλέπω στις φωτογραφίες κάποιας γνωστής ότι έχει δύο παιδιά και ένα υπέροχο σπίτι”. Λοιπόν θέλω να πεθάνω» ομολογεί μία νεαρή διαφημίστρια.

Σε αυτές τις περιπτώσεις, η πρώτη της αντίδραση είναι να αναρτήσει πληροφορίες για κάτι που η ίδια έκανε έτσι ώστε να προκαλέσει ζήλεια ή να ανεβάσει μία φωτογραφία που να δείχνει πόσο υπέροχο ήταν το Σαββατοκύριακό της. Αυτό την κάνει να νιώθει καλύτερα αλλά την ίδια στιγμή κάνει κάποιον άλλο να νιώσει άσχημα για τη δική του ζωή.


Πετάξτε για λίγο το iphone

Η Σέρι Τερκλ, καθηγήτρια στο Ινστιτούτο Τεχνολογίας της Μασαχουσέτης και συγγραφέας του «Αlone Together» υποστηρίζει ότι η τεχνολογία έχει εισβάλλει σε κάθε τομέα της ζωής μας και η σχέση μας με αυτή είναι πιο στενή, με αποτέλεσμα να της δίνουμε το δικαίωμα να επηρεάζει τις αποφάσεις, τα συναισθήματά μας και την διάθεσή μας.

«Είναι η ανωριμότητα της σχέσης μας με την τεχνολογία που προκαλεί αρνητικά αποτελέσματα. Ακόμα βρίσκεται σε στάδιο εξέλιξης. Προσπαθούμε τώρα να συνηθίσουμε αυτό το νέο συναίσθημα διαρκούς επαφής, διαρκούς σύνδεσης με φίλους και γνωστούς, που μας δίνει το Ιντερνετ. Ωστόσο, θέλουμε να βρούμε έναν τρόπο για να το περιορίσουμε ή καλύτερα να μειώσουμε τις συνέπειες που έχει στη ζωή μας. Οταν ερωτήθηκε η Σέρι Τερκλ τι μπορούμε να κάνουμε για να σωθούμε από το στρες που προκαλεί η δικτύωση, αυτή απάντησε σαφώς «διακόψτε τη διαρκή σύνδεση, πετάξτε για λίγο το iphone».

Βέβαια, αυτό μπορεί να το λέει κανείς με ευκολία αλλά δύσκολα το κάνει. Ακόμα, όμως και αν δεν μπορούμε να πετάξουμε το κινητό ή να κλείσουμε τον λογαριασμό μας στο Facebook, μπορούμε να ξεκολλήσουμε για λίγο από την οθόνη και να απολαύσουμε την ημέρα μας.

Οι χρήστες εθίζονται στα θετικά σχόλια

Η Κατερίνα Φέικ, συνιδρύτρια της ιστοσελίδας Flickr, όπου κάθενας μπορεί να ανεβάσει και να μοιραστεί τις φωτογραφίες του, αλλά και του Hunch, μιας μηχανής αναζήτησης, υποστηρίζει ότι οι ιστότοποι κοινωνικής δικτύωσης είναι ταυτόχρονα δημιουργοί και θεραπευτές αυτού του φόβου που νιώθει κανείς ότι μένει στο περιθώριο της κοινωνικής ζωής (FOMO). «Είναι ένα κυκλικό φαινόμενο. Κάποιοι δημιουργοί εφαρμογών μάλιστα γι’ αυτού του είδους τις σελίδες, τις έχουν φτιάξει έτσι ώστε οι χρήστες να επιστρέφουν σ’ αυτές. Κανείς δεν θέλει να λειτουργεί σε ένα κενό», προσθέτει ο Κέβιν Σάιστρομ, διευθύνων σύμβουλος στην Instagram, μια εφαρμογή που επιτρέπει στους χρήστες της να μοιράζονται και να σχολιάζουν φωτογραφίες. «Οσο πιο εντυπωσιακή είναι μία φωτογραφία ή πιο πρωτότυπη, τόσο περισσότερα θετικά σχόλια συγκεντρώνει. Και αυτή η διαρκής ενασχόληση με κάποια φωτογραφία είναι –σε πολλές περιπτώσεις– εθιστική. Ο κόσμος που χρησιμοποιεί την εφαρμογή νιώθει ότι ανταμείβεται κάθε φορά που κάποιος κάνει ένα θετικό σχόλιο για τη “δημιουργία” του, γι’ αυτό και ξαναγυρνάει στην ίδια εφαρμογή, ξανά και ξανά, σαν να είναι οι έπαινοι ένα είδος ναρκωτικού».

«Δεν είχαμε συνηθίσει να παρακολουθούμε γεγονότα τη στιγμή που εξελίσσονται. Ως άνθρωποι μπορούμε να επεξεργαστούμε μόνο μία συγκεκριμένη ποσότητα δεδομένων», λένε οι ειδικοί. Φυσικά ο φόβος ότι «χάνουμε» κάτι από τη ζωή δεν είναι διόλου νέος. Αντιθέτως. Σε ολόκληρη την ανθρώπινη ιστορία, οι κοσμικές στήλες των εφημεριδων, οι φωτογραφίες από πάρτι που δεν προσκληθήκαμε αλλά και οι επιστολές που ανταλλάσσει κανείς κάθε χρόνο τις ημέρες των γιορτών –ακόμα και σε ηλεκτρονική μορφή, όπου απεικονίζονται χαμογελαστοί άνθρωποι να περνάνε καλά– προκαλούν ακριβώς αυτόν τον φόβο, ότι η ζωή μας κυλάει και δεν κάνουμε όσο θα ήταν δυνατό. Η διαφορά είναι ότι σήμερα έχουμε ενημέρωση για το τι συμβαίνει γύρω μας και τι κάνουν οι φίλοι μας ολόκληρο το 24ωρο.

Περισσότερη ιδιωτικότητα στο Διαδίκτυο με τα μικρά εναλλακτικά Facebook

Σήμερα, δημοσιοποιούμε τα σημαντικά γεγονότα της ζωής και δραστηριότητάς μας στο Διαδίκτυο, χωρίς αυτό να σημαίνει πως επιθυμούμε απαραιτήτως ότι θέλουμε να μάθουν όλοι οι «φίλοι μας» στο Facebook πώς περάσαμε χθες το βράδυ. Αυτός ακριβώς είναι και ο λόγος γέννησης εναλλακτικών δικτύων όπως του Path, που είναι ένα Facebook πολύ πιο προσωπικό, καθώς κάθε χρήστης του μπορεί να έχει μόλις 50 φίλους με τους οποίους να μοιράζεται τα μικρά και τα μεγάλα γεγονότα της ζωής του.

Ακόμα και το Facebook παραδέχεται ότι oι χρήστες του δεν θέλουν να μοιράζονται τα πάντα με όλους. Γι’ αυτό υπάρχουν οι ρυθμίσεις «απορρήτου» με τις οποίες ο καθένας μπορεί να ελέγξει ποιος μπορεί να δει τι. Επίσης, μπορεί να χωρίσει τους φίλους του σε ομάδες. Πρόσφατα, η εταιρεία αγόρασε το Beluga, ένα μικρό δίκτυο που επιτρέπει σε κάθε χρήστη του να ανεβάζει φωτογραφίες τις οποίες να μοιράζεται με περιορισμένο αριθμό χρηστών. Σύμφωνα με στοιχεία που έδωσε προ μηνός η Facebook στη δημοσιότητα, οι χρήστες του ιστότοπου κοινωνικής δικτύωσης έχουν δημιουργήσει 50 εκατομμύρια ομάδες στις οποίες συμμετέχουν κατά μέσο όρο οκτώ μέλη.

Αλλά και η Google επιθυμεί να εκμεταλλευθεί αυτή τη διάθεση των χρηστών του Ιντερνετ για μικρότερες ομάδες και περισσότερη ιδιωτικότητα. Η εταιρεία προσπαθεί τώρα να δημιουργήσει μία σειρά εργαλείων που θα επιτρέπουν την κοινοποίηση ειδήσεων, τη διανομή φωτογραφιών κ. ο. κ. σε περιορισμένες ομάδες «φίλων». Η Slide, η οποία δημιουργεί εφαρμογές για κοινωνική δικτύωση, ανήκει πια στην Google. Τι επακριβώς έχει κατά νουν η Google δεν έχει γίνει ακόμα γνωστό.

Κανείς από τους επαΐοντες δεν περιμένει ότι οι νέες εταιρείες που αναπτύσσουν δραστηριότητα στον χώρο θα υποκαταστήσουν τους κολοσσούς του τομέα (Facebook, Twitter). Αντιθέτως, οι δημιουργοί τους ελπίζουν ότι θα καταφέρουν να μιμηθούν με μεγαλύτερη επιτυχία τις κοινωνικές σχέσεις της πραγματικής –της εκτός Ιντερνετ– ζωής.

Το Shizzir, παραδείγματος χάριν, δημιουργήθηκε όταν δύο μεταπτυχιακοί φοιτητές του πανεπιστημίου του Κονέκτικατ συνειδητοποίησαν ότι ήταν εντελώς αδύνατο να οργανώσουν τι θα έκαναν τα βράδια τους μέσα από το Facebook. «Αναφέρεις τα σχέδια που έχεις για το Σαββατοκύριακο και ξαφνικά βλέπεις τον ηλικιωμένο θείο σου να απαντάει ότι θέλει να έρθει και αυτός μαζί», υποστηρίζει ένας από τους εμπνευστές του Shizzir, ο Νικ Ζαένς.

Ο νέος ιστότοπος λειτουργεί διαφορετικά. Οι χρήστες μπορούν να προσκαλέσουν λίγους φίλους τους σε μία ομάδα στην οποία προβάλλονται κατάλογοι με πιθανές δραστηριότητες, όπως εκθέσεις, συναυλίες κ. ο. κ. όπως έχουν συλλεχθεί από το Google, το Facebook, το Yelp. Τα μέλη της ομάδας, που δεν υπερβαίνουν τα είκοσι, μπορούν να συζητήσουν τι ακριβώς θέλουν να κάνουν. Tο τελευταίο τρίμηνο, τουλάχιστον 3.600 άτομα κατέβασαν την εφαρμογή, αριθμός αμελητέος, βέβαια, αν σκεφτεί κανείς ότι το Facebook το χρησιμοποιούν 600 εκατομμύρια. Ομως, είναι μόνον η αρχή και η νέα τάση ήδη έχει προκαλέσει το ενδιαφέρον των επενδυτών.

Ο Ντέιβ Μόριν, ιδρυτής του Path, ξεκίνησε τη σταδιοδρομία του ως εργαζόμενος του Facebook. Γρήγορα αντιλήφθηκε ότι αυτός ο διαδικτυακός τόπος είχε αποκτήσει μεγάλο όγκο και ήταν υπερβολικά απρόσωπος, ακατάλληλος για να μοιραστεί κανείς πιο προσωπικά στοιχεία. Οπως φαίνεται, την ίδια άποψη είχαν και εκατοντάδες χιλιάδες χρήστες του και γρήγορα στράφηκαν προς το Path, ανεβάζοντας πέντε εκατομμύρια φωτογραφίες και βίντεο. Κάθε ομάδα «φίλων» δεν επιτρέπεται να έχει περισσότερα από 50 μέλη.

«Ο κόσμος σήμερα όπου κι αν βρεθεί βγάζει το κινητό του, δείχνει φωτογραφίες και διηγείται κάποια ιστορία για τη ζωή του. «Είχα πάει διακοπές», «να η γάτα μου», «ιδού τι έφαγα χθες βράδυ». Οταν όμως ρωτήσαμε αυτούς τους ανθρώπους αν θα αναρτούσαν τις φωτογραφίες στο Διαδίκτυο, μας απάντησαν «όχι, όχι, είναι πολύ προσωπικές».

Οι ιστοσελίδες κοινωνικής δικτύωσης είναι απλώς δίκτυα, ομάδες ανθρώπων που γνωρίζονται αμυδρά, επισημαίνει ο Μο Κόιφμαν, επενδυτής της Spark Capital που παρακολουθεί τις διαφορετικές τάσεις στο Διαδίκτυο. Ο τρόπος όμως που ερχόμαστε σε επαφή με αυτούς τους «γνωστούς» είναι εντελώς διαφορετικός από αυτόν που αναπτύσσεται μεταξύ φίλων. Οι καινούργιες εφαρμογές στοχεύουν στη διευκόλυνση της επαφής με τους φίλους και γι’ αυτό χρησιμοποιούνται από κινητά τηλέφωνα και δεν απαιτούν ιστοσελίδες οι οποίες επιβάλλουν να βρισκόμαστε μπροστά σε υπολογιστή.

The New York Times

Πηγή: kathimerini.gr

Γίνε Συνδρομητής!

Ζήτησε να λαμβάνεις τα newsletter μας για να μαθαίνεις πρώτος τις καλύτερες προσφορές, τις νέες κυκλοφορίες και τους διαγωνισμούς μας!