Τι θα γίνει αν σταματήσουμε τους εμβολιασμούς;

γράφει ο παιδίατρος Κωνσταντίνος Νταλούκας



Θα επανέλθουν πολύ σύντομα όλες αυτές οι νόσοι που εμβολιάζουμε τα παιδιά μας σήμερα.

Τα τελευταία χρόνια είχαμε κρούσματα κοκκίτη σε μεγαλύτερες ηλικίες, όπως στην εφηβεία ή και σε ενήλικες.

 Αυτοί που μόνον έχουν εμβολιαστεί και δεν έχουν νοσήσει από φυσική νόσο, όπως συμβαίνει από αρκετά χρόνια τώρα και αφορά το μεγαλύτερο ποσοστό των σημερινών παιδιών, δεν προστατεύονται εφ όρου ζωής από τα εμβόλια. Η τεχνητή αυτή ανοσία που παρέχεται με τα εμβόλια πρέπει να ενισχυθεί με αναμνηστικές δόσεις.

Αυτός ήταν ο λόγος που οδήγησε τις εταιρείες παραγωγής εμβολίων να κατασκευάσουν εμβόλιο για την διφθερίτιδα, τον τέτανο, τον κοκκίτη και την πολιομυελίτιδα που απευθύνεται σε ενήλικες και εφήβους. Το εμβόλιο αυτό πρέπει να γίνει ωποσδήποτε σε όλα τα παιδιά για μία φορά μετά την ηλικία των 11 ετών. Στην συνέχεια γίνεται αναμνηστικός εμβολιασμός μια φορά κάθε 10 χρόνια για όλη την υπόλοιπη ζωήγ για τον τέτανο και την διφθερίτιδα.

Στην Ελλάδα η τελευταία επιδημία ιλαράς σημειώθηκε το 1996, με την οποία έκλεισε μία περίοδος επιδημικών κύκλων ιλαράς διαρκείας 3-5 ετών.

Η διακοπή της δραστηριότητας της ιλαράς στην Ελλάδα οφείλεται στην εισαγωγή του εμβολίου MMR στην Ελλάδα το 1989. Από το 1996 μέχρι το 2005 δεν είχαν αναφερθεί κρούσματα ιλαράς.
Το φθινόπωρο του 2005 ξεκίνησε επιδημία ιλαράς στην Ελλάδα, παράλληλα με άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Σύμφωνα με στοιχεία του ΚΕΕΛΠΝΟ, η επιδημία ξεκίνησε στην Βόρεια Ελλάδα με σποραδικά κρούσματα το φθινόπωρο του 2005 και κορυφώθηκε το Δεκέμβριο του ίδιου έτους. Στη Νότια Ελλάδα καταγράφηκαν τα πρώτα κρούσματα τον Ιανουάριο του 2006, με κορύφωση τον Μάιο του ίδιου έτους. Συνολικά δηλώθηκαν στο ΚΕΕΛΠΝΟ 635 κρούσματα. Κανένα κρούσμα δεν δηλώθηκε μετά τον Ιούλιο 2006. Τα περισσότερα κρούσματα καταγράφηκαν σε ανεμβολίαστα παιδιά οικογενειών τσιγγάνων, από όπου φαίνεται και ότι άρχισε η επιδημία στη Βόρεια Ελλάδα. Επίσης η νόσος επεκτάθηκε και σε νεαρούς ενήλικες του γενικού πληθυσμού που είτε ήσαν ανεμβολίαστοι, είτε είχαν λάβει μόνο μία δόση του εμβολίου.

Από την αρχή του 2010 έως τα μέσα Ιουνίου στο ΚΕΕΛΠΝΟ είχαν δηλωθεί 97 κρούσματα ιλαράς. Τα 35 αφορούσαν Βούλγαρους υπηκόους και κυρίως Τσιγγάνους. Η αυξητική τάση κρουσμάτων σε Ελληνες Αθίγγανους δείχνει ευρεία διασπορά της νόσου σε πληθυσμούς με χαμηλή εμβολιαστική κάλυψη. Η μεγάλη πλειονότητα των κρουσμάτων ήταν βουλγαρικής υπηκοότητας (59 από τα 97) αφορούσαν παιδιά ηλικίας έως 14 ετών. Οι περισσότεροι Ελληνες Αθίγγανοι που προσβλήθηκαν ήταν, επίσης, παιδιά, αλλά μολύνθηκαν και 21 άτομα ηλικίας άνω των 20 ετών.

Η Ιρλανδία το 2000 βίωσε επιδημία ιλαράς επειδή οι εμβολιασμοί έπεσαν σε ποσοστό περίπου 78%. Κατά την διάρκεια αυτή της επιδημίας αρκετά παιδιά πέθαναν.

Μια μεγάλη επιδημία ερυθράς συνέβει στην Νεμπράσκα το 1999. Όλες και οι 83 περιπτώσεις αφορούσαν ενήλικες που δεν είχαν εμβολιαστεί. Οι περισσότεροι από αυτούς προέρχονταν από χώρες που ο εμβολιασμός για την ερυθρά δεν γίνεται συστηματικά. Η επιδημία εξαπλώθηκε από ένα εργοστάσιο συσκευασίας κρέατος στον γενικό πληθυσμό, μεταξύ αυτών και αρκετές γυναίκες σε εγκυμοσύνη όπως και σε δύο παιδικούς σταθμούς. Ο μεγαλύτερος κίνδυνος από την ερυθρά είναι για τα έμβρυα κατά την διάρκεια της εγκυμοσύνης, που μπορεί να γεννηθούν με το σύνδρομο της συγγενούς ερυθράς, αν οι μητέρες τους νοσήσουν κατά την διάρκεια της εγκυμοσύνης.

Το 1994 υπήρξαν 5.000 θάνατοι στην Ρωσσία από διφθερίτιδα όταν ανέστειλαν το πρόγραμμα εμβολιασμού για την νόσο αυτή. Πριν από τότε η Ρωσσία είχε μόνο μερικά κρούσματα από διφθερίτιδα κάθε χρόνο και καθόλου θανάτους. Το εμβόλιο για την διφθερίτιδα άρχισε να χρησιμοποιείται από το 1930, όμως ακόμα και σήμερα η διφθερίτιδα παραμένει μια πολύ σοβαρή νόσος. Περίπου ένα στα 10 άτομα πεθαίνει αν νοσήσει από διφθερίτιδα, και παρά την ιατρική βοήθεια, ακόμα και σήμερα.

Στην Αγγλία μετά από μια εκτεταμένη αναστολή του εμβολιασμού για τον κοκκίτη το 1974 είχε σαν αποτέλεσμα επιδημία με 100.000 κρούσματα εκ των οποίων τα 36 μέχρι το 1978 ήταν θανατηφόρα.

Η Ιαπωνία το 1979 είχε 13.000 περιπτώσεις και 41 θανάτους από κοκκίτη σαν αποτέλεσμα εμβολιασμού που αφορούσε μόνο το 30% των παιδιών. Τα προηγούμενα χρόνια που εμβολίαζαν σχεδόν το σύνολο του πληθυσμού των παιδιών είχαν ελάχιστες περιπτώσεις κοκκίτη και καθόλου θανάτους.

Η Σουηδία είχε παρόμοια εμπειρία με τον κοκκίτη. Όταν το πρόγραμμα εμβολιασμού για τον κοκκίτη αποκαταστάθηκε τα κρούσματα έπεσαν δραματικά

Είναι σημαντικό επομένως να συνεχιστούν οι εμβολιασμοί για τέσσερις λόγους.

1. Εκτός κι αν κάποια από τις αρρώστιες εξαφανίστηκε, υπάρχει πάντοτε ένας μικρός κίνδυνος αν ο εμβολιασμός σταματήσει, μια μικρή επιδημία να πάρει ανεξέλεγκτες διαστάσεις. Κάποια μικρόβια όπως ο τέτανος για παράδειγμα επιζούν στο έδαφος σε σπόρους. Ο κίνδυνος επομένως για τον τέτανο ποτέ δεν θα εκλείψει και αυτό κάνει τον εφ όρου ζωής εμβολιασμό για τον τέτανο απαραίτητο.

2. Κανένα εμβόλιο δεν είναι 100% αποτελεσματικό. Πάντοτε θα υπάρχει ο κίνδυνος κάποιοι ταξιδιώτες να μην έχουν ανοσία, ακόμα και αν έχουν εμβολιαστεί. Όσο οι άλλοι γύρω τους είναι εμβολιασμένοι θα προστατεύονται και αυτοί.

3. Υπάρχει ένα μικρό ποσοστό ανθρώπων που δεν μπορούν να εμβολιαστούν για ιατρικούς λόγους. Οι άνθρωποι αυτοί δεν είναι προστατευμένοι και για κάποιες από τις αρρώστιες αυτές είναι πολύ σημαντικό οι άλλοι γύρω τους να έχουν ανοσία και να μην μπορούν να τους τις μεταδώσουν.

4. Πολλές από τις αρρώστειες που εμβολιάζουμε εμάς ή τα παιδιά μας ακόμα είναι συχνές σε κάποια από τα μέρη στον πλανήτη μας. Αν δεν εμβολιαστούμε, με κάποιο ταξίδι μας στο εξωτερικό είναι εύκολο να την κολλήσουμε και στην συνέχεια να είμαστε η αιτία να εξαπλωθεί.

Γίνε Συνδρομητής!

Ζήτησε να λαμβάνεις τα newsletter μας για να μαθαίνεις πρώτος τις καλύτερες προσφορές, τις νέες κυκλοφορίες και τους διαγωνισμούς μας!